Φάε αργά… και χάσε κιλά!

Η απώλεια βάρους είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, σωστό προγραμματισμό των γευμάτων, αύξηση της φυσικής δραστηριότητας, και όχι μόνο. Για να χάσουμε τα περιττά κιλά δεν χρειάζεται απλά να ακολουθήσουμε ένα πρόγραμμα διατροφής αλλά να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπουμε το φαγητό μας.
Ακόμα και ο χρόνος που αφιερώνουμε στο φαγητό μας, η απόλαυση της κάθε μπουκιάς παίζει ρόλο στην απώλεια βάρους. Και όμως!
Η θεωρία που θέλει το αργό μάσημα να μειώνει την όρεξη μετράει τουλάχιστον έναν αιώνα!
Το 1903, ένας υπέρβαρος έμπορος έργων τέχνης από το Σαν Φρανσίσκο, ονόματι Οράτιος Φλέτσερ, πρότεινε σ’ αυτούς που ήθελαν να αδυνατίσουν να μασούν 32 φορές τις μπουκιές τους, όσο είναι ο αριθμός των δοντιών. Η θεωρία του ήταν ότι μπορούσε κανείς να φάει ότι ήθελε και να παραμένει αδύνατος αρκεί να πολτοποιεί την τροφή στο στόμα του κάνοντάς την εντελώς ρευστή. Ο ίδιος είπε ότι αδυνάτισε με αυτό τον τρόπο. Ο Φλέτσερ έμεινε γνωστός στην ιστορία ως ο «μεγάλος πολτοποιητής» μη ξέροντας τον τρόπο που η αργή μάσηση επιδρά στην απώλεια βάρους.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, έγιναν αρκετές έρευνες γύρω από το ρόλο που μπορεί να παίζει το μάσημα στο αδυνάτισμα.
Πρόσφατη Βρετανική μελέτη έδειξε πως όποιος μασάει κάθε μπουκιά του επί 30 δευτερόλεπτα όχι μόνο μειώνει την όρεξή του, αλλά περιορίζει δραματικά τη λαχτάρα για σοκολάτες, γλυκά και τσιμπολόγημα που είναι βέβαια οι κύριοι υπαίτιοι για την αύξηση του σωματικού βάρους.
Στη σχετική μελέτη, την οποία πραγματοποίησαν ψυχολόγοι από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, οι εθελοντές που μασούσαν καλά το μεσημεριανό τους έτρωγαν το απόγευμα τα μισά σνακ απ’ όσα εκείνοι που μασούσαν βιαστικά.
Αν και προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως η καλή μάσηση της τροφής σε ένα γεύμα, μειώνει την πρόσληψη θερμίδων στη διάρκειά του, η νέα μελέτη δείχνει ότι τελικά επηρεάζει την κατανάλωση θερμίδων και την υπόλοιπη μέρα.
Όπως γράφουν οι ερευνητές του Μπέρμιγχαμ στην επιθεώρηση «Appetite», στη μελέτη τους συμμετείχαν 43 φοιτητές και φοιτήτριες, οι οποίοι έμειναν νηστικοί για 2 ώρες πριν αρχίσει το πείραμα. Ο κάθε φοιτητής είχε ένα πιάτο γεμάτο με πανομοιότυπα σάντουιτς με ζαμπόν και τυρί.
Οι ερευνητές χώρισαν τους φοιτητές σε τρεις ομάδες. Η πρώτη κλήθηκε να φάει ως συνήθως, η δεύτερη να κάνει παύση 10 δευτερολέπτων πριν καταπιεί κάθε μπουκιά και η τρίτη να μασάει κάθε μπουκιά επί 30 δευτερόλεπτα πριν την καταπιεί. Δύο ώρες έπειτα από την ολοκλήρωση του γεύματος, οι ερευνητές έδωσαν στους εθελοντές τους από ένα μπωλ γεμάτο γλυκίσματα με γεύση φρούτων και ένα άλλο γεμάτο σοκολατάκια με καραμέλα, ζητώντας τους να φάνε όσο ήθελαν, βαθμολογώντας την πείνα τους και την απόλαυση που αποκόμιζαν από αυτά.
Οι φοιτητές που είχαν φάει το μεσημεριανό τους με την συνήθη ταχύτητα και όσοι έκαναν παύση πριν καταπιούν, κατανάλωσαν παρόμοια ποσότητα γλυκισμάτων. Όσοι όμως είχαν μασήσει κάθε μπουκιά τους επί 30 δευτερόλεπτα, έφαγαν τα μισά γλυκά. Η αλήθεια, όμως, είναι πως αυτό είχε ένα τίμημα. «Οι εθελοντές της ομάδας της παρατεταμένης μάσησης ήταν λιγότερο ικανοποιημένοι από το φαγητό τους και αποκόμισαν μικρότερη ευχαρίστηση από τα γλυκίσματα», σύμφωνα με τους ερευνητές.
Όλες οι έρευνες που αφορούν την επίδραση της μάσησης στην κατανάλωση φαγητού αποτελούνται από μικρά δείγματα πληθυσμού. Πάραυτα, όλες καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα.
Εντυπωσιακή ήταν και μια κινεζική μελέτη από το Harbin Medical University η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό American Journal of Clinical Nutrition. Οι ερευνητές παρακολούθησαν 30 νεαρούς άνδρες οι οποίοι έτρωγαν το φαγητό τους μασώντας είτε 40 φορές κάθε μπουκιά είτε 10 φορές. Στην πρώτη περίπτωση κατανάλωσαν 12% λιγότερες θερμίδες. Οι ερευνητές βρήκαν ότι υπήρχε συσχέτιση του μασήματος με τα επίπεδα της γκρελίνης στο αίμα αλλά και μια άλλης ορμόνης που μειώνει την όρεξη και ονομάζεται χολεκυστοκίνη (cholecystokinin ή CCK).
Πως λειτουργεί ο εγκέφαλος κατά τη διάρκεια του φαγητού
Αποδεδειγμένα από την στιγμή που ξεκινάμε να τρώμε χρειάζονται περίπου 20 λεπτά για να πάει το φαγητό στο στομάχι μας και αυτό με τη σειρά του να δώσει «σήμα» στο εγκέφαλο ότι «χόρτασε». Γι’ αυτό όταν τρώμε γρήγορα καταλήγουμε να καταναλώνουμε μεγαλύτερη ποσότητα τροφής από αυτήν που πραγματικά έχουμε ανάγκη καθώς δεν προλαβαίνει να δώσει «σήμα» το στομάχι στον εγκέφαλο ότι είναι πλήρες.
Ακόμη, όταν μασάμε περισσότερο το φαγητό μας, τα ένζυμα που διασπούν την τροφή κάνουν καλύτερα τη «δουλειά» τους. Για παράδειγμα ένα ένζυμο που βρίσκεται στο σάλιο, η αμυλάση, διασπά καλύτερα το άμυλο σε απλά σάκχαρα. Αυτό διευκολύνει με την σειρά του την πέψη και την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών από το σώμα. Το ίδιο συμβαίνει με τα υπόλοιπα συστατικά των τροφών που διασπώνται από διάφορα ένζυμα όπως η λιπάση, που διασπά τα τρυγλικερίδια σε λιπαρά οξέα.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα η διαδικασία της μάσησης της τροφής πιθανόν να έχει επίδραση και στη μνήμη μας. Όταν συγκεντρωνόμαστε περισσότερο στη διαδικασία του φαγητού, ο εγκέφαλος θυμάται κάθε γεύμα επί περισσότερες ώρες, με αποτέλεσμα να καθυστερεί να ενεργοποιήσει το μήνυμα για νέα πρόσληψη τροφής.
Δεν αποκλείεται, πάντως, να είναι τόσο δυσάρεστη η παρατεταμένη μάσηση για τον εγκέφαλο, ώστε απωθεί την ιδέα της νέας κατανάλωσης φαγητού, ακόμα κι αν αυτό αφορά τρόφιμα όπως τα γλυκά, που φυσιολογικά θα λαχταρούσε πολύ, λένε οι επιστήμονες. Δοκιμάστε το και το μόνο που μπορεί να χάσετε… είναι τα κιλά σας!
Βιβλιογραφία
Higgs S, Jones A. Prolonged chewing at lunch decreases later snack intake. Appetite. 2013 Mar;62:91-5. doi: 10.1016/j.appet.2012.11.019. Epub 2012 Nov 30.